Nikola Mihov (BG) | Ατομική
Επιμέλεια: Nadezhda Pavlova
Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου της Βουλγαρίας
Gallery
Nikola Mihov (BG)
Ο Nikola Mihov γεννήθηκε στη Σόφια το 1982. Το έργο του έχει παρουσιαστεί διεθνώς σε διάφορες εκθέσεις και φεστιβάλ, όπως: Les Rencontres d'Arles, La Nuit de la Photo στο La Chaux-de-Fonds και The Festival of Young European Photography Circulation(s) στο Παρίσι. Του απονεμήθηκε το Βραβείο της Ένωσης Δημοσιογράφων της Βουλγαρίας, ενώ ήταν υποψήφιος για το The Zooms of Salon de la Photo στο Παρίσι. Το πρώτο του photobook, Forget your Past (2012), συμπεριλήφθηκε στη λίστα του The British Journal of Photography με τα καλύτερα photobook της χρονιάς, ήταν υποψήφιο για το βραβείο Deutsche Börse Photography, ενώ έγραψε για αυτό κριτική το περιοδικό FOAM. Το δεύτερο βιβλίο του, Hello and Welcome to Paris (2016), ήταν στη βραχεία λίστα για το βραβείο Kassel Dummy στο PhotobookFestival του Κάσελ. Ο Mihov είναι συνιδρυτής της σύγχρονης βουλγαρικής φωτογραφικής πλατφόρμας Bulgarian Photography Now, ενώ ήταν προσκεκλημένος επιμελητής της πρώτης διοργάνωσης του Sofia Art Book Fair to 2017.
Πληροφορίες
- Διάρκεια: 27/09 – 22/11/2018
- Ώρες λειτουργίας: Πέμπτη 10:00-22:00, Παρασκευή 10:00-19:00, Σάββατο 10:00-18:00, Κυριακή 11:00-15:00
- Εγκαίνια: 27/09/2018, 20:30
- Χώρος: Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Η σειρά έργων με τίτλο «Processing…» ανιχνεύει τη σχέση μεταξύ κοινού και έργου τέχνης. Ο επισκέπτης μετατρέπεται σε κεντρικό θέμα και το έργο τέχνης σε απλό σκηνικό. Στις μέρες μας, το παιχνίδι των selfie έχει ένα δεσμευτικό πρωτόκολλο που παράγει πληθώρα φωτογραφιών. Σε αυτές, δεν είναι πλέον το αντικείμενο παρατήρησης που βρίσκεται στο επίκεντρο, αλλά κυρίως το υποκείμενο που βγάζει τη φωτογραφία. Έτσι, η φωτογραφία χρησιμεύει ως τεκμήριο ότι το αντικείμενο υπάρχει μόνο και μόνο επειδή ένα συγκεκριμένο άτομο ήταν εκεί.
Το πρότζεκτ εξετάζει τη Μόνα Λίζα ως την πιο αναγνωρίσιμη εικόνα της σύγχρονης κουλτούρας, ως προϊόν μαζικής παραγωγής και ταυτόχρονα ως τόπο λατρείας που συγκεντρώνει περισσότερο από 8 εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο. τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ο Nikola Mihov έχει περάσει συνολικά περισσότερες από 138 ώρες μπροστά από τη Μόνα Λίζα, μέσα στο ετερόκλητο πλήθος που έρχεται από όλο τον κόσμο. «Η ατμόσφαιρα θυμίζει ροκ συναυλία. Η Τζοκόντα “αναλαμβάνει” τον ρόλο της σταρ και οι τουρίστες είναι οι φαν που γεμίζουν ασφυκτικά την αίθουσα. Αν θέλεις να τη δεις από κοντά, πρέπει να βουτήξεις μέσα στη λαοθάλασσα με την ελπίδα ότι το κύμα σωμάτων θα σε μεταφέρει στην εξέχουσα θέση. το πλήθος είναι ο ένας κολλητά στον άλλο –προς τέρψη των πορτοφολάδων–, αναπνέεις με δυσκολία, γίνονται μονομαχίες με τα selfie stick και οι φύλακες είναι πάντα έτοιμοι να βοηθήσουν τους τουρίστες που λιποθυμούν από τον ενθουσιασμό τους» γράφει ο καλλιτέχνης.
Ως ειρωνεία απέναντι στην εμπορευματοποίηση της Τζοκόντα, ο Mihov αποδομεί τις φωτογραφίες της σειράς αυτής μετατρέποντάς τες σε ενθύμια και σουβενίρ. Το πρότζεκτ συνοδεύεται από photobook σε περιορισμένη έκδοση 300 αντιτύπων από τον εκδοτικό οίκο Innocences σε συνεργασία με το L ' Institut Français de Bulgarie.
-------------------------------------------------------------------------------------------------
Ο πίνακας Ο Γάμος στην Κανά του Πάολο Βερονέζε δημιουργήθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα κατόπιν παραγγελίας του τάγματος των Βενεδικτίνων για την τραπεζαρία του μοναστηριού του Αγίου Γεωργίου, στο ομώνυμο νησί της Βενετίας. το έργο έχει εμβαδόν 67 τμ. και απεικονίζει ένα παλάτι με περίπου 130 καλεσμένους. Περιλαμβάνει πορτρέτα διαφόρων Βενετών ηγεμόνων , των πιο διάσημων σύγχρονων του Βερονέζε καθώς και τον ίδιο τον καλλιτέχνη και τους φίλους του: τον Τιτσιάνο, τον Τιντορέττο και τον Μπασσάνο. Η φήμη αυτού του πίνακα ήταν μοναδική: στα μέσα του 18ου αιώνα οι φιγούρες του καμβά αναπαράγονταν τόσο συχνά ώστε κάθε φιλότεχνος τις αναγνώριζε πάρα πολύ εύκολα.
Γιατί το αναφέρω αυτό; Γιατί μετά τις 20 Αυγούστου του 1911 όλα άλλαξαν . εκείνη τη μέρα η μόνα Λίζα κλάπηκε από το Λούβρο και, τυχαία, Ο Γάμος στην Κανά τοποθετήθηκε ακριβώς απέναντι της. μετά λοιπόν τη θριαμβευτική επιστροφή του πορτρέτου στο μουσείο τον χειμώνα του 1913, ο πίνακας του Βερονέζε μετατράπηκε σε απλό φόντο, σε ταπετσαρία… Πρόκειται για τον πιο παραμελημένο πίνακα στην ιστορία της ανθρωπότητας· τα βλέμματα όλων πέφτουν φυσικά στη μόνα Λίζα.
Οι πιο διάσημοι Βενετοί, οι πιο γνωστοί ζωγράφοι, οι πιο ισχυροί ηγεμόνες της Δημοκρατίας –όλες οι μορφές στον πίνακα του Βερονέζε παραμένουν αόρατες μπροστά στη Φλωρεντινή νοικοκυρά. τα πολυτελή τους ενδύματα δεν ξεχωρίζουν , καθώς όλοι οι επισκέπτες είναι προσηλωμένοι στο σκούρο, σαν μοναστικό ράσο, ρούχο που φοράει η μόνα Λίζα. Όταν ο κλέφτης, ο 33χρονος Francesco Perugia, στάθηκε μπροστά στο δικαστήριο, η τελευταία ερώτηση του δικαστή που προέδρευε ήταν: «Γιατί έκλεψες την Τζιοκόντα;». Η ερώτηση αυτή προοριζόταν σαφώς για το κοινό, τους δημοσιογράφους –η δίκη του perugia είχε γίνει πανηγύρι για τα μέσα επικοινωνίας. Αλλά ο κλέφτης ήταν ένας απλός ξυλουργός, ένας μικροαπατεώνας που πρόφερε λέξεις που κανείς δεν φαινόταν να ακούει. Κανείς δεν τις άκουσε στη δίκη και κανείς δεν τις ακούει ούτε σήμερα. Η απάντηση του ήταν: «Έκλεψα τη μόνα Λίζα γιατί ήταν ο μικρότερος πίνακας στην αίθουσα, ο μόνος που χωρούσε στον χαρτοφύλακά μου…».
Liza Boeva kριτικός τέχνης και σκηνοθέτις της ταινίας Mona Lisa’s Summer