Αθέατα όρια / αυτοσχέδιες κατασκευές | Πέτρος Ευσταθιάδης

Πέτρος Ευσταθιάδης | Ατομική

Επιμέλεια: Ηρακλής Παπαϊωάννου

Gallery

Πέτρος Ευσταθιάδης

Ο Πέτρος Ευσταθιάδης αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο για τις Δημιουργικές Τέχνες του Farnham και ζει στη χώρα καταγωγής του, την Ελλάδα. Το 2018 του απονεμήθηκε το υψηλού κύρους βραβείο Prix HSBC, ενώ αυτή την περίοδο παρουσιάζει την ατομική του έκθεση Gold Rush στην γκαλερί CAN στην Αθήνα. Φέτος ο Ευσταθιάδης παρουσιάζει επίσης φωτογραφίες, βίντεο και μια site-specific εγκατάσταση στην έκθεση Η Παρουσία της Απουσίας ή η Θεωρία της Καταστροφής στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας, η οποία είχε παρουσιαστεί το 2016 στο Izolyatsia, στο Κίεβο της Ουκρανίας. Το 2017 εξέθεσε δουλειά του στην γκαλερί Wallach του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη, στην γκαλερί Foto Forum στο Μπολτζάνο της Ιταλίας και στο Φωτογραφικό Φεστιβάλ του Πλόβντιβ στη Βουλγαρία. Το 2016 το έργο του παρουσιάστηκε στην έκθεση Οι Εξισορροπιστές στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα σε επιμέλεια του New Museum της Νέας Υόρκης. Επίσης, συμμετείχε σε εκθέσεις στο Μουσείο Serlachius στη Φινλανδία, στο φωτογραφικό φεστιβάλ Circulation(s) στο Παρίσι, και στο Athens Photo Festival, στη γκαλερί Ξίππας και στο Σπίτι της Κύπρου, στην Αθήνα. Έργα του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες όπως: Wallpaper*, Monocle, Guardian και Jeu de Paume. Ο Ευσταθιάδης κέρδισε το μεγάλο βραβείο στο φεστιβάλ Hyères το 2013.

Πληροφορίες

Η σύγχρονη φωτογραφία καθιέρωσε συχνά έργα που μοιάζουν να συνομιλούν με τη σχολαστικότητα της σκηνοθεσίας στο κινηματογραφικό πλατό και τη χειρουργικής τομής σημειολογία της διαφήμισης, με κλινικότητα που ανέδιδε συχνά μια αύρα ελέγχου. Οι κατασκευασμένες φωτογραφίες του Πέτρου Ευσταθιάδη συνιστούν συνειδητή παραφωνία στο πλαίσιο αυτό. Εκκινώντας με γόνιμη πρώτη ύλη το προσωπικό βίωμα, επιστρέφει τακτικά στο χωριό του, στον νομό Πέλλας, για να στήσει εκεί έργα που έχει ήδη προσχεδιάσει και επεξεργαστεί εννοιολογικά, καθιστώντας τη γενέτειρα πεδίο εφαρμογής της καλλιτεχνικής του πρακτικής. Οι εφήμερες, φαινομενικά πρόχειρες, εγκαταστάσεις του, φτιαγμένες με τετριμμένα υλικά, παραπέμπουν σε μια αόριστα ελληνική, ίσως και ευρύτερα βαλκανική, ύπαιθρο, οι κάτοικοι της οποίας συχνά επινοούν λύσεις με ό,τι έχουν διαθέσιμο, αξιοποιούν ακόμη τη χειρωνακτική δεξιότητα, ενώ διατηρούν μια μερική αυτάρκεια που έχει πλέον εκλείψει στον μεταβιομηχανικό κόσμο του τριτογενούς τομέα. Κάποια έργα βέβαια, όπως, για παράδειγμα, τα Interception corner, billboard ή bottom of the pool εστιάζουν δηκτικά σε πτυχές του αστικού φαινομένου, υπονοώντας ακόμη ότι δεν υπάρχουν αεροστεγώς συσκευασμένες νησίδες αστικότητας στην εποχή της διαδικτυακής επικοινωνίας.

Οι φωτογραφίες του Ευσταθιάδη προκρίνουν ως σημείο αναφοράς μια οικεία όσο και ακαθόριστη εικόνα χωριού, στην οποία διακρίνεται μια πατίνα χρησιμοποιημένου χρόνου. Σε ορισμένες, κάτοικοι του χωριού ποζάρουν μπροστά από ένα φύλλο ημιδιάφανου νάιλον θερμοκηπίων , σε μια ευφάνταστη μεταφορά της ιδιωτικότητας του στούντιο σε έναν τόπο κοινής θέας και σε μια παράλληλη απεικόνιση του ίδιου του πλαισίου της φωτογραφικής πράξης. Κάτι υπόγεια πολιτικό λανθάνει στη συνεπή αυτή, σε βάθος δεκαετίας, αναδιαπραγμάτευση της κοινοτοπίας της εγχώριας υπαίθρου: μια σειρά έργων διαλέγεται με τη συνθήκη της φυλακής, μια άλλη εικονίζει αυτοσχέδιες βόμβες, μια τρίτη σατιρίζει τον διαχρονικό όσο και κλιμακούμενο ζήλο της πλουτοθηρίας. Μια αντίδραση φαίνεται να υφέρπει αναζητώντας εικονική εκτόνωση, επιστρατεύοντας κριτικά την τέχνη της φωτογραφίας. Η ιδιοσυγκρασιακή arte povera του Ευσταθιάδη αντιτίθεται μετωπικά στη σύγχρονη παράδοση σκηνοθετημένης και σκηνογραφημένης φωτογραφίας, στη λάμψη της κομψής επιτήδευσης, στη μεθοδολογία αλίευσης κρυμμένων ή ανύπαρκτων επιθυμιών . Τα ετερόκλητα, συνειδητά απρόβλεπτα, υλικά που αξιοποιεί σε πολλές φωτογραφίες του εντείνουν το αυτοσχέδιο της κατασκευής όσο και υπονομεύουν την υποθετική λειτουργικότητά της. Στις φωτογραφίες του το κατασκευασμένο θέμα σμίγει σαγηνευτικά με το φυσικό φόντο, η χύμα πραγματικότητα μεταποιείται σε τεχνούργημα, ο καθημερινός χώρος διασκευάζεται πρόσκαιρα σε στίβο καλλιτεχνικής πράξης, μικραίνοντας ευπρόσδεκτα όσο και απροσδόκητα τις οριοθετημένες μεταξύ τους αποστάσεις.

Τα έργα του Ευσταθιάδη μοιάζουν τελικά να ισορροπούν στο αθέατο, διαρκώς επεκτεινόμενο, όριο ανάμεσα στην τεχνητότητα και την πολυπλοκότητα της μητροπολιτικής ζωής και στη συρρικνούμενη φυσικότητα και αυθεντικότητα της υπαίθρου. Ασκούν έτσι κριτική στο αστικό πνεύμα που έχει διαποτίσει το συλλογικό φαντασιακό, όχι αναγκαστικά ως τόπος αλλά ως τρόπος ζωής, ως ακατάβλητος μηχανισμός κατανάλωσης. Προτείνουν ακόμη, ενίοτε με πικρό χιούμορ, τη διαυγή απλότητα ως μια βαθύτερη ουσία της τέχνης όσο και της ζωής, που επιμένουμε ακατανόητα να απεμπολούμε.

Ηρακλής Παπαϊωάννου

Share in: